Γονεϊκότητα

Γονεϊκότητα

Γονεϊκότητα

‘Όλοι οι νέοι γονείς έρχονται αντιμέτωποι με ένα κύριο ερώτημα:

“πώς θα πρέπει να μεγαλώσω το παιδί μου; Τι είναι σωστό να κάνω με το νεογέννητο μωρό μου;”

Φυσικά αυτό το ερώτημα εμπεριέχει κι ένα πλήθος από υποερωτήματα με κύριο κατά τη γνώμη μου το εξής: “πώς θα ήθελα να είναι ως ενήλικας το παιδί μου;”. Φυσικά, αυτό το ερώτημα δεν είναι το πρώτο που έρχεται στο νου κάποιου που έχει μπροστά του ένα νεογέννητο να κλαίει και να χρειάζεται άμεσα κάποιου είδους φροντίδα. Παρόλ’ αυτά είναι πολύ σημαντική η απάντηση γιατί από αυτή θα εξαρτηθεί η προσέγγιση που θα ήταν καλό να κατακτήσουμε ως γονείς απέναντι στα παιδιά μας.

Μα γιατί οι παλαιότερες γενιές δεν είχαν τέτοιου είδους απορίες; Είναι ένα ερώτημα που με βασανίζει πολλά χρόνια τώρα και πηγάζει από την άποψη πολλών σύγχρονων γονιών ότι δε χρειάζεται να έχουν κάποιες ιδιαίτερες γνώσεις. Πιστεύουν ότι το ένστικτό τους θα τους οδηγήσει. Υπάρχει όμως και μια επίσης μεγάλη μερίδα γονέων που αναζητά συνεχώς οτιδήποτε νέο υπάρχει στον επιστημονικό χώρο για την ανάπτυξη και την ανατροφή των παιδιών και προσπαθεί να το εφαρμόσει. Γίνεται όμως αυτό επιτυχημένα; Πώς ελέγχεται και από πού ότι χρησιμοποιούνται τα σωστά ένστικτα ή ότι η οποιαδήποτε νέα θεωρία εφαρμόζεται με τον ενδεδειγμένο τρόπο;

Χρόνια προσπαθώ να ανακαλύψω ποιά επιστημονική θεωρία είναι αυτή που βοηθάει περισσότερο, τα νεογέννητα ιδιαίτερα, να αναπτυχθούν καλύτερα. Μόλις πρόσφατα συνειδητοποίησα ότι κάθε μία από αυτές τις θεωρίες εμπεριέχει ένα μέρος της αλήθειας!!!!!! Κι αυτό γιατί ο κάθε άνθρωπος στην εποχή που ζούμε έχει μεγαλώσει διαφορετικά και κουβαλάει διαφορετικά πράγματα στην ψυχή του. Οπότε ο καθένας θα ακολουθήσει τη θεωρία που αγγίζει αυτήν τη μοναδική ΨΥΧΗ αφού τελικά ΑΥΤΗ είναι που μεγαλώνει τα παιδιά μας. Φυσικά εδώ έρχεται το ερώτημα αν και πότε χρησιμοποιείται η λογική ή η νόηση σ’ αυτή τη διαδικασία. Αυτό γίνεται όταν απαιτείται να ενσωματωθούν τα σύγχρονα και μη αμφισβητήσιμα, προς το παρόν, επιστημονικά και κοινωνικά δεδομένα. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι τα τελευταία αλλάζουν με γρηγορότερο ρυθμό απ’ ότι στο κοντινό παρελθόν οπότε η λογική  χρειάζεται να συνομιλεί πιο συχνά με την ψυχή για μερικά θέματα.

Μετά απ’ όλα αυτά φαντάζει αδύνατον στον καθένα να βρει την άκρη του νήματος για να προχωρήσει στην επιλογή “τρόπου ανατροφής”! Άλλωστε και οι ίδιοι οι γονείς ήταν κάποτε παιδιά που μεγάλωσαν με διαφορετικούς τρόπους οι οποίοι μπορεί να είναι από εκ διαμέτρου αντίθετοι έως σχεδόν ταυτόσημοι.
Γι’ αυτό, οι μελλοντικοί γονείς έχουν στη διάθεσή τους τουλάχιστον 9 μήνες για να συνομιλήσουν, τόσο με τον εαυτό του ο καθένας χωριστά αλλά και μεταξύ τους, όσο και με την ψυχή του μωρού τους που εκείνη την περίοδο μορφοποιείται στο σώμα της μαμάς (βιβλιογραφία).
Ιδού μερικά παραδείγματα:

> ποιά είναι τα δυνατά μου σημεία;
> ποιές είναι οι αδυναμίες μου;
> ποιές συμπεριφορές του εαυτού μου/συντρόφου μου αρέσουν και ποιές όχι;
> πώς αντιδρώ/αντιδρούμε στα ευχάριστα ή δυσάρεστα ή ξαφνικά γεγονότα της ζωής;
> ποιά απ’ όλα αυτά τα χαρακτηριστικά μου/μας θα ήθελα να έχει το παιδί- ενήλικας;
> θα έχει τελικά το παιδί μου όλα αυτά που εγώ φαντάζομαι;

Είναι σίγουρο ότι η καθημερινότητα δεν δίνει πια πολύ χρόνο για τέτοιες διαδικασίες. Είναι επίσης σίγουρο ότι η περίοδος της εγκυμοσύνης μπορεί να είναι δύσκολη και αγχωτική για μια γυναίκα και κατ’ επέκταση και για τον/την σύντροφό της (αν υπάρχει). Επειδή όμως είναι συνήθως χαρούμενη περίοδος, πάντα βρίσκεται λίγος χρόνος για αυτογνωσία και συζήτηση αφού ο στόχος (η φροντίδα και το μεγάλωμα του μωρού) είναι τόσο δυνατός και ελκυστικός. Ο καθένας δε, μπορεί να εστιάσει σε κάτι άλλο που θεωρεί σημαντικό ή μόνο σε ένα από τα παραπάνω. Επίσης είναι δυνατόν να συνδυασθεί με το χρόνο που αφιερώνει κανείς για τη διαμόρφωση του παιδικού δωματίου ή για την επιλογή των πρώτων του ρούχων! Είναι μεγάλη ευκαιρία και “προθέρμανση” αφού σε λίγο καιρό το μωρό δεν θα είναι μόνο στο μυαλό αλλά και στην αγκαλιά.